Η φθορίωση είναι η τοποθέτηση φθορίου από τον οδοντίατρο, με ειδικά gel ή βερνίκια και κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες. Αυτό γίνεται κάθε 6 μήνες γιατί η χρήση μόνο της οδοντόκρεμας δεν επαρκεί.
Τα παιδιά έχουν στο στόμα τους είτε νεογιλά (παιδικά) δόντια, με πολύ λεπτή αδαμαντίνη, είτε μόνιμα δόντια, που μόλις έχουν ανατείλει και είναι ευαίσθητα. Με τις επαναλαμβανόμενες φθοριώσεις, τα δόντια γίνονται ανθεκτικά και δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα ούτε στη μετέπειτα ζωή τους. Συνήθως, τα παιδιά πρέπει να ξεκινήσουν την προληπτική φθορίωση στην ηλικία των 3, όταν θα έχουν ανατείλει πια όλα τους τα νεογιλά (παιδικά) δόντια. Το φθόριο που χρησιμοποιούμε στα οδοντιατρεία και περιέχουν οι οδοντόκρεμες είναι ΕΝΤΕΛΩΣ ακίνδυνο. Θα πρέπει όμως να ακολουθούμε τις οδηγίες του γιατρού μας για την ποσότητα και το σκεύασμα του φθορίου που θα χρησιμοποιούμε.
Συνήθως η φθορίωση στα παιδιά γίνεται μετά τον καθαρισμό και συνίσταται να γίνεται κάθε 6 μήνες. Αυτό γιατί οι βλάβες στα παιδιά έχουν πιο γρήγορη εξέλιξη, οπότε πηγαίνοντας στον οδοντίατρο κάθε 6 μήνες προλαβαίνουμε τις βλάβες ή τουλάχιστον την γρήγορη εξέλιξη τους. Η τοπική εφαρμογή φθορίου στο οδοντιατρείο, σε συνδυασμό με τον έλεγχο των δοντιών και του στόματος, συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στη μείωση της τερηδόνας. Σε ειδικές περιπτώσεις και ανάλογα με τον τερηδονικό κίνδυνο των παιδιών, μπορεί να συστηθεί φθορίωση πιο συχνά από 6 μήνες πχ. ανά τετράμηνο ή ανά τρίμηνο.
Η τοπική φθορίωση χρησιμοποιείται όμως και σε ενήλικες, κυρίως σε άτομα που αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο τερηδόνας ή πρόβλημα υπερευαισθησίας. Η συνηθέστερη περίπτωση χρήσης της φθορίωσης στους ενήλικες αφορά σε δόντια με εκτεθειμένο τμήμα της ρίζας λόγω υφίζησης των ούλων. Η τοπική φθορίωση βοηθά στην ενίσχυση αυτής της περιοχής μειώνοντας τα συμπτώματα της ευαισθησίας καθώς και τον κίνδυνο τερηδόνας.
Οι ομάδες με αυξημένο κίνδυνο για τερηδόνα περιλαμβάνουν άτομα με:
-
Κακή στοματική υγιεινή.
-
Ορθοδοντική θεραπεία (πλεον η ορθοδοντική ενηλίκων είναι αρκετά συχνό φαινόμενο).
-
Ξηροστομία ή έλλειψη σάλιου (από φάρμακα, ακτινοβολία ή ασθένειες).
-
Διατροφή με υψηλά επίπεδα ζάχαρης ή υδατανθράκων, και ιδιαίτερα μεταξύ των κύριων γευμάτων.
-
Εκτεθειμένες ρίζες (π.χ. λόγω περιοδοντίτιδας).
-
Καθόλου ή ελλιπή πρόσβαση σε οδοντιατρική φροντίδα.
-
Σωματική ή νοητική υστέρηση.
-
Παραμονή σε περιβάλλον που έχει ουσίες που καταστρέφουν τα δόντια πχ πτητικά αέρια σε βιομηχανίες χρωμάτων, δοκιμαστές κρασιού, επαγγελματίες κολυμβητές κ.α.